Εκτέλεσα τα ''οικογενεικώς'' εις την Θεσσαλονίκην, την Κέρκυραν, και το κρύο Μέτσοβον, ήταν πάρα πολύ ωραία, όλα όπως τα φανταζόμουν ακριβώς - δε πήγα τελικά Τρίκαλα στο φίλο μου τον Τ., γύρισα με ένα σωρό φαγητά -γιαγιά masterchef- ώστε να συνεχίσω να παχαίνω και στο νέο έτος, να μη ρέψει το ''παιδί''.
Μετά από τρελό πονοκεφάλιασμα και ταλαιπωρία στην επιστροφή, πίσω εδώ βρήκα -ευτυχώς- την αναμενόμενη υποδοχή: λίγο αμήχανα τη πρώτη ώρα και μετά ρολόι, πολλά άπλυτα πιάτα και χουχούλιασμα. Ξύπνια εδώ και ώρες στη μικρή φωλιά, δε με χωρεί ο τόπος και στριφογυρίζω. Πίνω καφέ και διάλεξα παστίτσιο το οποίον εβρίσκεται εις την κατάστασιν του ξεπαγώνειν προς καταβροχθισμόν. Το μικρό μου κοιμάται και κοιμάται και αγνοεί κάθε είδους τηλεφώνημα, κουδούνι για κάλαντα και παντός τύπου αγκαλιές με σκοπό την αφύπνιση, οπότε πάω για καφέ- πώς αλλιώς και καλύτερα να αποχαιρετήσεις τη χρονιά παρά με πολύ γέλιο και παιχνίδι; Αν έχει μονόπολη πάλι θα χάσω, αλλά θα πάρω το αίμα μου πίσω στο σκάκι!
Απολογισμός: η δεκαετία των είκοσι περνάει νεράκι, ευτυχώς το νεράκι αυτό ξεπλένει χρόνο με το χρόνο κόμπλεξ, φόβους, κατάλοιπα, ανασφάλειες και αναστολές, νομίζω ότι μαθαίνω ν' αγαπώ σιγά- σιγά, δε θέλει ένταση και πυροτεχνήματα αλλά κατανόηση και αποδοχή των λαθών εμού του ιδίου. Έτσι οι φίλοι γλυκαίνουν και μένουν και οι γονείς δεν είναι τέρατα και κυρίως εγώ δε νοιώθω τέρας, συνεπώς δε πρήζω (εντάξει, όχι τόσο!) την αυτού μεγαλειότης πρίγκιπα. Ο ιδανικός κόσμος όπου όλοι πρέπει να είναι κάπως - σύμφωνα με μένα, άρα εγώ είμαι η γαμάω - δεν υπάρχει και καλύτερα. Ωστόσο, στην άλλη όψη του νομίσματος, όσο ελευθερώνεσαι, τόσο νοιώθεις πως πρέπει να φροντίσεις εσύ τον άνθρωπο - εαυτός και δε ξέρεις από πού ν' αρχίσεις. Τί σκατά θέλει πια; Ο ιδανικός κόσμος που λέγαμε; Τον κρατάω για κάτι, που αφορά μόνο εμένα και ταυτόχρονα όλους. Ίδωμεν....!
Παρασκευή 31 Δεκεμβρίου 2010
Τρίτη 21 Δεκεμβρίου 2010
Φεύγω..
...για λίγες μέρες. Συγγενείς, φαγητό, βόλτες και προφίλ επιτυχημένης και πολυάσχολης- καθόλου μίζερης και προβληματισμένης κόρης-ανιψιάς-εγγονής-αδερφής-ξαδέρφης στο ΟΝ.
Πλάκα θα' χει. Δε μπορούσα να ξεκολλήσω από το σπίτι του, φορούσε και μια γαλάζια μπλούζα που του πήγαινε πολύ. Αλλά είναι οι πρώτες διακοπές που φεύγω και δε νοιώθω διόλου ξελαφρωμένη, που δεν έχω τίποτα να με βαραίνει και να θέλω να πάω κάπου και να αφήσω το βάρος πίσω μου με την ελπίδα να μη το βρω γυρίζοντας. Κι αυτό με χαροποιεί ιδιαιτέρως.
Θα βοηθήσω στο μαγείρεμα, θα παίξω playstation με τον μικρό- που δεν είναι πια και τόσο μικρός, θα αμπελοφιλοσοφήσω με τον παππού για τη ζωή και τους κινδύνους, θα καπνίζω κρυφά από τους παππούδες με το θείο και το μπαμπά, θα δω αν ο μικρός μου αδερφός από ενάμιση κεφάλι με περνάει δύο και αν έχει περισσότερα μούσια, θα δούμε μαζί anime, θα κάνουμε βόλτες με τη μαμά στα μαγαζιά και θα θυμηθώ ότι θέλω ν' αγοράσω όλο το Βόσπορο αλλά έχω τρύπια τσέπη, ελπίζω να πάμε για καμιά αγορά δώρου για κάποιον- δεν έχει σημασία για ποιόν αγοράζεις, είναι απλά τέλειο να διαλέγεις και να παίρνεις κάτι ωραίο!
Ευελπιστώ σε καμιά εξόρμηση χιονάτη, πάντα κάπου πηγαίνουμε με το μεγάλο αμάξι του θείου. Ίσως βγω και με το ρεμάλι, τον μεγάλο μου ξάδερφο, που αγαπώ περισσότερο απ' όλους αλλά είναι ζαβό.
Κάλαντα δε λέω πια, το έχω κόψει.
Εμπρός λοιπόν καλή μου βαλίντζα! (Ετοιμάσου μόνη σου!)
Πλάκα θα' χει. Δε μπορούσα να ξεκολλήσω από το σπίτι του, φορούσε και μια γαλάζια μπλούζα που του πήγαινε πολύ. Αλλά είναι οι πρώτες διακοπές που φεύγω και δε νοιώθω διόλου ξελαφρωμένη, που δεν έχω τίποτα να με βαραίνει και να θέλω να πάω κάπου και να αφήσω το βάρος πίσω μου με την ελπίδα να μη το βρω γυρίζοντας. Κι αυτό με χαροποιεί ιδιαιτέρως.
Θα βοηθήσω στο μαγείρεμα, θα παίξω playstation με τον μικρό- που δεν είναι πια και τόσο μικρός, θα αμπελοφιλοσοφήσω με τον παππού για τη ζωή και τους κινδύνους, θα καπνίζω κρυφά από τους παππούδες με το θείο και το μπαμπά, θα δω αν ο μικρός μου αδερφός από ενάμιση κεφάλι με περνάει δύο και αν έχει περισσότερα μούσια, θα δούμε μαζί anime, θα κάνουμε βόλτες με τη μαμά στα μαγαζιά και θα θυμηθώ ότι θέλω ν' αγοράσω όλο το Βόσπορο αλλά έχω τρύπια τσέπη, ελπίζω να πάμε για καμιά αγορά δώρου για κάποιον- δεν έχει σημασία για ποιόν αγοράζεις, είναι απλά τέλειο να διαλέγεις και να παίρνεις κάτι ωραίο!
Ευελπιστώ σε καμιά εξόρμηση χιονάτη, πάντα κάπου πηγαίνουμε με το μεγάλο αμάξι του θείου. Ίσως βγω και με το ρεμάλι, τον μεγάλο μου ξάδερφο, που αγαπώ περισσότερο απ' όλους αλλά είναι ζαβό.
Κάλαντα δε λέω πια, το έχω κόψει.
Εμπρός λοιπόν καλή μου βαλίντζα! (Ετοιμάσου μόνη σου!)
Τρίτη 30 Νοεμβρίου 2010
Κρατιόμουν
πολύ καιρό να μη βάλλω τη φωτογραφία αυτή
αλλά δε μπορώ πλέον, νισάφι!
Ας μου πει κάποιος, τί συμβαίνει εκεί μέσα (δεν εννοώ τη φωτογραφία, αλλά τώρα που το ξανασκέφτομαι μπορεί να τεθεί και κάπως έτσι!), βλέπουμε μύτες μάτια και μαλλιά αλλά τί συνδέει τη θετική σκέψη με την αρνητική, τί είναι το όριο, πότε ξεπερνάει κανείς τα όρια του, πότε ξεπερνάει τα όρια του άλλου;
Εννοώ, νομίζεις ότι όλα τα κάνεις μια χαρά, ότι και ο άλλος είναι μια χαρά, ότι και οι άλλοι είναι μια χαρά, ο γκόμενος, οι φίλοι σου, οι γονείς σου, οι γνωστοί σου. Για να διαπιστώσεις ξαφνικά και μια ωραία πρωία ότι δεν είναι καθόλου έτσι, ότι πάλι κάτι μαζεύτηκε, εκεί που δε το κατάλαβες, έχει μαζευτεί ο θάνατος ο ίδιος (και όχι σε καρτούν) μέσα σου και καθρεφτίζεται σε όποιον κι αν κοιτάς.
Ή το ξέρεις κατά βάθος ότι κάτι δε κάνεις σωστά. Αλλά νομίζεις ότι σε παίρνει ακόμα. Ότι είσαι μικρή, ότι έχεις χρόνο, στιγμές, φίλους, ταλέντο, λεφτά, ζεστασιά και κυρίως την ισορροπία σου. Όχι σε αφθονία, εννοώ σε κάλυψη, σε απόθεμα, σε πλάτη, σε ένα κάποιο στοκ που σου εξασφαλίζει την επιβίωση.
Δε ξέρω αν είναι του ...... ο χαβάς, αλλά πολλές φορές από εκεί ξεκινάει το πρόβλημα, εκεί φαίνεται - εξού και η φωτό. Δε μπορώ να μη το πω, θα σκάσω, θα το φωνάξω. Μάλλον και οι γυναίκες έχουν... δύο κεφάλια, γιατί δεν εξηγείται αλλιώς, το πώς συνδέεται το κάτω με το χάος και τη καταστροφή, τον ενθουσιασμό του να κάνεις ''κωλοτούμπες'' και χιλιόμετρα, ακροβατικά και ο νους δε βάζει πόσες υποχωρήσεις. Ένας εαυτός που ποτέ δεν έχεις φανταστεί για τον εαυτό σου, τί μπορείς να κάνεις, πόσο τρελά πράγματα μπορείς να σκεφτείς, σε μια κλίμακα από τη κορυφή του βουνού Το Μεγάλο Μέλι Έβερεστ μέχρι το και-γω-δε-ξέρω απάνθρωπο παρανόημα. Εκτός αν συμβαίνει μόνο σε μένα και πρέπει να ψάξω τα ηλέκτριά μου (γιου νόου, οιδιπόδειο..απ' την άλλη).
Ποιές και πού είναι αυτές οι γραμμές ποιανού τρένου που τα συνδέει, τα δύο άκρα, σε έναν άνθρωπο;
Τί είναι αυτό που σε κάνει να χάνεις τον έλεγχο; Επί της ουσίας; Δε διάβαζες πολύ όταν ήσουν μικρός τα μαθήματά σου; Δε κυνηγάς τα όνειρά σου και σου φταίνε όλα; Δε μπορώ να συμπαιράνω.
Δευτέρα 29 Νοεμβρίου 2010
Σάββατο 27 Νοεμβρίου 2010
Γιο γ' ύπνοζμ...
(σε μετάφραση : ο ύπνος μου) ...εξακολουθεί να μου λέει ότι τα πράγματα δεν είναι πολύ καλά. Εντάξει, εντάξει, το καταλάβαμε!!! Μέσατζ ντιλίβερντ, στοπ φάιριν, λευκό φανελάκι στηριγμένο σε ξυλάκι - το ανεμίζω!
Πιάνω δουλειά, να εξευμενίσω το ''κακό'', να ησυχάσει η κεφάλα μου. Θέλει δουλειά πολύ που λέει και το τραγούδι (τραζίκ, άι νόου, αλλά ταίριαζε), σηκώνουμε τα μανίκια λοιπόν και κο-λυμπάμε, κο-λυμπάμε.
Πιάνω δουλειά, να εξευμενίσω το ''κακό'', να ησυχάσει η κεφάλα μου. Θέλει δουλειά πολύ που λέει και το τραγούδι (τραζίκ, άι νόου, αλλά ταίριαζε), σηκώνουμε τα μανίκια λοιπόν και κο-λυμπάμε, κο-λυμπάμε.
Δεν έχω κάτι άλλο βαθυστόχαστο να πω. Δε με βλέπω να παίρνω σε κανέναν δώρο φέτος τις γιορτές, τσάμπα η δισέλιδη μεταμεσονύκτια λίστα, δε πειράζει, ήταν ωραία εμπειρία, η σκέψη μετράει και άλλα τέτοια.
Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010
Είμαι άρρωστη..
..και δεν εννοώ μεταφορικά. Δεν έχει πλάκα να είσαι άρρωστος, ειδικά αν δεν έχεις κάποιον να σε νταντεύει συνέχεια και να του γκρινιάζεις κάτω απ' τα σκεπάσματα. Δε ξέρω τί έχω ακριβώς, πολλά μαζί, τη μία είμαι καλύτερα, την άλλη στιγμή χάλια. Φυσικά το έτερον ήμισυ αρκείται σε τηλεφωνική φροντίδα, αχ- αχ- αχ, εγώ και οι επιλογές μου. Ιτς φαρ μορ κομπλικέιτεντ, οφ κορς, αλλά είπαμε, είμαι γκρινιάρα, θέλω τη μαμά μου και τέτοια.
Να είχα πολλά πολλά επιτραπέζια και φίλους με ανοσία, εγώ κάτω απ' τα παπλώματα, να παίζουμε.
Να είχα πολλά πολλά επιτραπέζια και φίλους με ανοσία, εγώ κάτω απ' τα παπλώματα, να παίζουμε.
Πάω να συμπληρώσω ύπνο.
Παρασκευή 19 Νοεμβρίου 2010
Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2010
Άνθρωποι με μεγάλες άσπρες σακούλες, όχι ακριβώς σκουπιδιών μα για χάρη των εκλογών, πάνε έρχονται βραδιάτικα, κλειστοί μερικοί δρόμοι, πάλι ον φουτ καθάρισε η φάση. Απορώ αν όλες οι χώρες είναι έτσι. Όχι γιατί υπάρχει περίπτωση να πάω ή γιατί έχω απηυδήσει, απλά απορώ. Τόσος χαμός γιατί; Πραγματικά μου διαφεύγει.
Ο εικονιζόμενος φίλος, ο χίπης, ποσώς ενδιαφέρεται για όλα αυτά. Αλλά χίπης δε μπορώ να γίνω. Μάλλον μόνο να απορώ. Υπήρχαν φορές που ένιωσα κάτι σαν πάθος, για τα κοινά, λίγο η Rachel, λίγο ο Gandhi, και λοιποί, κάποτε μου ενέπνευσαν ένα κάποιο θαυμασμό και μια αίσθηση ότι έχουμε φθιαχτεί για να ενδιαφερόμαστε.
Αλλά.. δε ξέρω τί έφταιξε, αν έφταιξε, πέραν των αποριών και των στοχασμών να μη καταναλώνω ούτε ένα ηλεκτρονιοβόλτ, τζάουλ ή θερμίδα παραπάνω προς αυτή τη κατεύθυνση.
Μιγαντά, Κωνσταντάν
Τρίτη 9 Νοεμβρίου 2010
Είμαι πολύ περήφανη, έφτιαξα μηλόπιτα με μεγάλη επιτυχία. Δεν είναι και ακριβώς σαν της μαμάς αλλά δεν είχα αρκετό βούτυρο και υποψιάζομαι ότι έβαλα και παραπάνω λεμόνι. Μ' αρέσει να μαγειρεύω, μάλλον γιατί μ' αρέσει να τρώω !
Ωραία θα' ταν να γινόμουν τσαγκάρισσα. Με ανησυχεί μόνο η ποδαρίλα αλλά κατά τ' άλλα πρέπει να' ναι τέλειο να επισκευάζεις παπούτσια, με τα εργαλεία σου. Και τα φοράνε άνθρωποι. Το βρίσκω πολύ ζεστό. Να πήγαινα σε μια γιαγιά να με μάθει, πολύ μου αρέσουν αυτά τα μαγαζάκια. Καλημέρα.
Σάββατο 6 Νοεμβρίου 2010
Επί πέντε χρόνια ήξερα απ' έξω κι ανακατωτά τη μία πλευρά του ηλεκτρικού ( Πειραιάς - Μοναστηράκι), για πολλούς και διαφόρους λόγους. Δεν είχα πάει πολλές φορές Κηφισιά και όσες πήγα ήταν βράδυ ή με αμάξι. Και τώρα που απέκτησα, με γειά μου, το δρομολόγιο Αττική - Κηφισιά, διαπίστωσα έκπληκτη το εξής : η διαδρομή σε ορισμένα σημεία είναι ίδια, πανομοιότυπη με την αντίθετή της. Η Αθήνα είναι ένα κομμάτι γης, κάποτε ομοιόμορφο. Ίδια σπίτια χαμηλά, με κηπάκο. Όχι πολυκατοικίες στη σειρά ή μονοκατοικίες με γκαζόν αυτομάτως ποτιζόμενο.
Πάλι είχα πολλά όνειρα σήμερα.
Στον ύπνο μου και στο ξύπνιο μου.
Πάλι είχα πολλά όνειρα σήμερα.
Στον ύπνο μου και στο ξύπνιο μου.
Τρίτη 2 Νοεμβρίου 2010
Ζητώ συγνώμη...
...για τη καταχνιά. Νιώθω πολύ καλύτερα. Λίγο η μπύρα, λίγο ότι συνήθισα εδώ. Ακούω Prince. Μαγείρεψα, αφού πήγα σούπερ-μάρκετ και άπλωσα-ξ-άπλωσα ρούχα. Δύσκολο να φροντίζεις κάποιον και να θες και το χρόνο σου.. Μάλλον πρέπει να μοιράσω τις μέρες, δε βγαίνει αλλιώς. Έχω όρεξη για σκανταλιά και χορό.
Capa Robert
Lartigue
Ξεκίνησα το ''Υπόγειο'' του Dostoevsky, ως συνήθως είναι καταπληκτικός. "Λοιπόν, αυτόν τον πρακτικό άνθρωπο εγώ τον θεωρώ άνθρωπο αληθινό και ισορροπημένο, έτσι όπως τον θέλει η στοργική μητέρα μας, η φύση, όταν τον φέρνει στο κόσμο. Ζηλεύω τον άνθρωπο αυτό αφάνταστα. Είναι κουτός, το παραδέχομαι, μα ίσως ο ισορροπημένος άνθρωπος πρέπει να είναι και κουτός -πού ξέρετε;- και μπορεί αυτό να είναι το καλύτερο. Τούτος ο συλλογισμός γίνεται ακόμα πιο πιστευτός όταν μπροστά στον ισορροπημένο άνθρωπο βάλουμε τον αντίθετό του, τον άνθρωπο με την υπερτροφική συνείδηση, που δε βγήκε από τη μήτρα της φύσης αλλά από κάποιο δοκιμαστικό σωλήνα(είναι σχεδόν μυστικισμός αυτό, κύριοι, μα πιστεύω πως είναι αλήθεια). Λοιπόν, ο άνθρωπος του δοκιμαστικού σωλήνα δεν αξίζει τίποτα μπροστά στην αντίθεσή του, γιατί παρά την υπερτροφική του συνείδηση, θεωρεί τον εαυτό του έναν ποντικό κι όχι άνθρωπο. Ένας ποντικός με υπερτροφική συνείδηση είναι πάντα ποντικός, ενώ ο άλλος είναι άνθρωπος..."
Είναι περίεργο, το να είσαι άνθρωπος και να έχεις ανάγκη κάποιον για να νιώσεις ότι είσαι κορίτσι. Να πρέπει να βάφεσαι, πολύ διακριτικά ώστε να μη φαίνεται, ίσα-ίσα να σε ομορφαίνει, ενώ μπορεί να λιώνεις για τον άλλο με τον που τον βλέπεις με τη τσίμπλα στο μάτι. Περίεργος κόσμος.
Το να θες την ησυχία σου αλλά να έχεις ανάγκη και τους φίλους σου. Να έχεις ξεχωρίσει από τους γονείς σου αλλά να θες να ξέρεις ότι σ' αγαπούν. Να σου σπάει τα νεύρα αλλά να θες να μείνεις στην αγκαλιά του, όταν σε κρατάει. Αλλά μάλλον αυτή είναι όλη η ομορφιά, ε;
Να θες και την οικονομική σου άνεση αλλά να κάνεις και αυτό που σ' αρέσει, να θες να κυνηγήσεις τα όνειρά σου αλλά να τρελαίνεσαι για το χουζούρι, όταν σε παίρνει.
Πλάκα, πολύ πλάκα έχει η ζωή.
Προσπαθώ..
...να σκέφτομαι θετικά. Όπως προσπαθώ να μη καπνίζω πολύ και τη στιγμή αυτή το πρώτο τσιγάρο μου μυρμηγκιάζει το κεφάλι και μου μουδιάζει το σαγόνι. ''Προς το παθείν'', που λέει και ο φαλακρός μου φίλος, ''να μη λες προσπαθώ, να λες θέλω''.
Οι κακοί λογισμοί μου όμως πάνε κι έρχονται, κάνουν πάρτυ. Κάπως έτσι νιώθω, σα να κάνω κούνια και να δείχνω στον εαυτό μου εύθυμη, ενώ η εικόνα είναι στην ουσία θριλερική.
Οι κακοί λογισμοί μου όμως πάνε κι έρχονται, κάνουν πάρτυ. Κάπως έτσι νιώθω, σα να κάνω κούνια και να δείχνω στον εαυτό μου εύθυμη, ενώ η εικόνα είναι στην ουσία θριλερική.
Πάω να ξεκινήσω τη μέρα μου. Θέλω.
Δευτέρα 1 Νοεμβρίου 2010
Eδώ
Δεν έχω ξαναγράψει ποτέ, εδώ. Είναι περίεργα. Κάπως ωραία, κάπως άβολα. Προσπαθώ να μη με χάνω, να είμαι παρούσα στις συζητήσεις αλλά να μη χάνομαι. Γιατί χρειάζομαι περισσότερο από ποτέ την ισορροπία μου, όσο εγωιστικό κι αν ακούγεται.. Είναι λίγο σαν πείραμα το να προσπαθώ να βρω τί θέλω να πω σε αυτό το χώρο, που είναι εν μέρει δικός μου, αλλά δεν είναι κι όλας. Είναι κάποιου που αλληλοεπιλεχθήκαμε (αν λέγεται αυτό), αλλά πόσο κρατάνε αυτά και για πόσο ένα σπίτι είναι ''και δικό σου''; Μή βάλεις τραγούδι που θα τον προσβάλει, που δε θα του αρέσει, που θα το βρει χαζό, ας το καλό.
Φοβάμαι, μην σηκωθεί και δει. Μήπως δει. Είναι αντιφατικό. Αλλά σε λα βι, ε και;
Το ψάχνω μήνες αυτό το κομμάτι. Με βρήκε μια στιγμή από αυτές που μάλλον χαρακτηρίζονται ως ''άκυρες''. Σε ένα μυστήριο, μικρό μπαρ, σε αιφνιδιαστικά γνωστό και κεντρικό δρόμο της πόλης, με πρόσωπα γνωστά μα όχι οικεία, ήμουν μόνη λοιπόν και με συντρόφεψε. Ρώτησα την κάποτε αγαπητή και θαυμαστή φίλη μου το τίτλο, η οποία ρώτησε τον γκέι σκουλαρικοφορεμένο ντιτζέι φίλο της και ιδού. Δε θυμάμαι με ποιόν λέγαμε ότι μπορεί να βρίσκεσαι κάπου αλλά να μη νιώθεις πως είσαι εκεί, στη πραγματικότητα να μη ξέρεις που είσαι, να σε έχεις αφήσει κάπου. Και καταλήξαμε στο ότι γι' αυτό η ''πραγματικότητα'' είναι τρομερά, μα τρομερά σχετική, άρα δεν είναι σίγουρα μία, άρα δεν υπάρχει αλήθεια και ούτω καθεξής.
Προσπαθώ απεγνωσμένα να είμαι τουλάχιστον πάντα εγώ παρούσα, σε σχέση με τον εαυτό μου, αν όχι με το τόπο και το παρόντα χρόνο. Δε μου είναι πολύ εύκολο. Κάποτε μου ήταν σύνηθες. Είχα βρει το ρυθμό μου, επικοινωνούσα, τουλάχιστον με 'μένα. Δεν είναι καθόλου λίγο. Προσπαθώ να θυμηθώ πώς τα κατάφερα, ποιά ήταν τα βήματα, οι συγκυρίες, οι αποφάσεις... Μάταιος τρόπος, προς το παρόν.
Τουλάχιστον έχω συνείδηση την κατάστασής μου.
Φοβάμαι, μην σηκωθεί και δει. Μήπως δει. Είναι αντιφατικό. Αλλά σε λα βι, ε και;
Paris, Les Halles
Παρατηρώ, κανείς δεν είναι καλά όταν του λείπει αυτή η ισορροπία, όλα του φταίνε και όλα δε πάνε καλά, ότι κι αν κάνει. (Ξερόβηχας από μέσα, το hair and skin δε πέρασε τη κριτική επιτροπή. Τί φταίω εγώ ρε μανάρι, αυτό θέλω ν' ακούσω, αυτό μου βγάζεις ν' ακούσω - μπουχαχα.)
Όταν πρέπει να πεις κάτι, σε ένα άνθρωπο που χάνεται, είτε γιατί πονάει, είτε γιατί έχει χαθεί στη φαντασία του επικινδύνως, είτε γιατί το τυφλό του σημείο έχει ξεπεράσει κάθε όριο και κάνει κακό στον εαυτό του, είτε γιατί απλά τον έχει μουτζώσει το σύμπαν, δε ξέρεις τί να πεις. Ανάθεμα τις λέξεις, το προφορικό λόγο, τη ψυχανάλυση και την ενδοσκόπηση. Όταν φτάνει ο κόμπος στο χτένι τίποτα, το απόλυτο κενό. Φακ.
Προσπαθώ απεγνωσμένα να είμαι τουλάχιστον πάντα εγώ παρούσα, σε σχέση με τον εαυτό μου, αν όχι με το τόπο και το παρόντα χρόνο. Δε μου είναι πολύ εύκολο. Κάποτε μου ήταν σύνηθες. Είχα βρει το ρυθμό μου, επικοινωνούσα, τουλάχιστον με 'μένα. Δεν είναι καθόλου λίγο. Προσπαθώ να θυμηθώ πώς τα κατάφερα, ποιά ήταν τα βήματα, οι συγκυρίες, οι αποφάσεις... Μάταιος τρόπος, προς το παρόν.
Τουλάχιστον έχω συνείδηση την κατάστασής μου.
Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2010
Cartoons
O Ace, είναι ο αδερφός του Luffy : )
Είναι αρκετά ανώριμο το να ασχολείται κανείς με τα cartoon σ' αυτή την ηλικία, αλλά μ'αρέσει - μ' αρέσει και μ' αρέσει. Θυμάμαι είχα πάει στις νύχτες πρεμιέρας και είχα δει, εντελώς τυχαία, το ''Howl' s Moving Castle'', ε, και απλά έφυγα ερωτευμένη με τον Howl. Είναι ένας μάγος... μαγικός!(Εντάξει, φαίνεται λίγο φλώρος εδώ...)
Ουφ, είμαι πτώμα, θα δω o.p. και ξεραθώ ***********
Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2010
''Το υπόλοιπό σου είναι κάτω από 1 ευρώ''
''Το υπόλοιπό ΣΟΥ''. Ρε φιλάρα Βόνταφον, γνωριζόμαστε από κάπου;
Τέλοσπάντων, αυτό είναι το λιγότερο σήμερα. Κάνει ψ---κρυο, ένας γεράκος, λίγο καμπουριασμένος, μπροστά από την έξοδο στο μετρό των Αμπελοκήπων, με μωβ παππουδίστικο γιλέκο, τριμμένο σακάκι και παντελόνι, κρατούσε ένα βιβλιαράκι με λεπτό σταυρό που γυάλιζε, στο αριστερό του χέρι. Και στο δεξί το κασκετάκι για τα ψιλά. Και περπατούσε τρεμουλιαστά κι έλεγε, δε καταλάβαινες. Ήθελα πολύ να του δώσω. Δεν είχα. Δε ξέρω αν είμαι τόσο ασυνείδητα ηλίθια που με τρόμαξε ο σταυρός. Αλλά με άγγιξε, σε αντίθεση με το μικρό κοριτσάκι στο μετρό που συνόδευε τον άντρα με το ακορντεόν.
Παρακάτω στην Αλεξάνδρας, μέσα από το τρόλεϊ 19, βλέπω το εξής : ένας αλλοδαπός, μάλλον Πακιστανός, πανύψηλος, πολύ αδύνατος, κατάσκουρος, με τζιν και μακρυμάνικη σκούρα πράσινη μπλούζα, σέρνει ένα καρότσι του σούπερ μάρκετ (το οποίο περιέχει μια σχεδόν άδεια πλαστική άσπρη σακούλα με κάτι), αντίθετα στο ρεύμα του δρόμου, ανάμεσα στις δύο λωρίδες των αυτοκινήτων. Τα μηχανάκια και οι μηχανές προσπερνούσαν. Δεν έτρεχε τίποτα.
Πετάγομαι απέναντι από το σπίτι του δον Ζουάν, να προλάβω το 140. Βλέπω ότι ο οδηγός σταματάει πριν τη στάση και συνειδητοποιώ ότι μια ηλικιωμένη κυρία είναι σωριασμένη διάπλατα στο πεζούλι που χωρίζει τους 2 δρόμους. Η τσάντα της παρακάτω, τα γυαλιά της κρεμόντουσαν στη μυτούλα της κι εκείνη, η καημένη, κοιτούσε ψηλά αποσβολωμένη. Ξαναπέρασα απέναντι, τη σήκωσα αγκαλιάζοντάς την από πίσω, τη μέση. Σχεδόν έκλαιγε.
Ποιό το συμπέρασμα; Ότι ο κόσμος τα έχει παίξει, ότι δε πάμε καθόλου καλά. Δεν είχα δει καν τη γυναίκα, έτρεχα να προλάβω το λεωφορείο μου.
Δεν έχω φωτογραφική πάνω μου συνεχώς και δυστυχώς δε προλαβαίνονται αυτά τα ρημάδια να τα φωτογραφίσεις. Και δεν είναι και νόμιμο. Αν και δε βρίσκω τί είναι πιο απολαυστικό από το να μπορεί κανείς να απεικονίσει, να φυλακίσει αυτές τις στιγμές παράνοιας. Στα πρόσωπά μας, παντού.
Φαντασιώνομαι ένα κρυφό μηχανισμό, μια μηχανή φωτογραφική που να βρίσκεται κάτω από τα ρούχα μου και να έχει μόλις μια ανεπαίσθητη τρυπούλα για να τραβάει, συνδεδεμένη με ένα καλώδιο που θα καταλήγει στη παλάμη μου για να πατάω το ''κλικ''. Αλλά άντε να ζουμάρεις και άντε να μη σε πετροβολήσουν στη μέση της πλατείας. Δε θυμάμαι ποιός, κάποιος γνωστός φωτογράφος το έκανε, λίγες δεκαετίες πριν. Έβγαζε πορτραίτα έτσι, στο δρόμο. Tον βρήκα.
Many Are Called
A famous series of images by Walker Evans shows portraits of unsuspecting travellers on the New York subway. To capture commuters unaware, Evans made these images covertly using a hidden camera stowed away in his coat, only really made possible by the greater portability and low-light capabilities of modern cameras. What resulted were unselfconscious images of daily New York life, and what is life in the city but a series of arduous journeys back and forth?
Τέλοσπάντων, αυτό είναι το λιγότερο σήμερα. Κάνει ψ---κρυο, ένας γεράκος, λίγο καμπουριασμένος, μπροστά από την έξοδο στο μετρό των Αμπελοκήπων, με μωβ παππουδίστικο γιλέκο, τριμμένο σακάκι και παντελόνι, κρατούσε ένα βιβλιαράκι με λεπτό σταυρό που γυάλιζε, στο αριστερό του χέρι. Και στο δεξί το κασκετάκι για τα ψιλά. Και περπατούσε τρεμουλιαστά κι έλεγε, δε καταλάβαινες. Ήθελα πολύ να του δώσω. Δεν είχα. Δε ξέρω αν είμαι τόσο ασυνείδητα ηλίθια που με τρόμαξε ο σταυρός. Αλλά με άγγιξε, σε αντίθεση με το μικρό κοριτσάκι στο μετρό που συνόδευε τον άντρα με το ακορντεόν.
Παρακάτω στην Αλεξάνδρας, μέσα από το τρόλεϊ 19, βλέπω το εξής : ένας αλλοδαπός, μάλλον Πακιστανός, πανύψηλος, πολύ αδύνατος, κατάσκουρος, με τζιν και μακρυμάνικη σκούρα πράσινη μπλούζα, σέρνει ένα καρότσι του σούπερ μάρκετ (το οποίο περιέχει μια σχεδόν άδεια πλαστική άσπρη σακούλα με κάτι), αντίθετα στο ρεύμα του δρόμου, ανάμεσα στις δύο λωρίδες των αυτοκινήτων. Τα μηχανάκια και οι μηχανές προσπερνούσαν. Δεν έτρεχε τίποτα.
Πετάγομαι απέναντι από το σπίτι του δον Ζουάν, να προλάβω το 140. Βλέπω ότι ο οδηγός σταματάει πριν τη στάση και συνειδητοποιώ ότι μια ηλικιωμένη κυρία είναι σωριασμένη διάπλατα στο πεζούλι που χωρίζει τους 2 δρόμους. Η τσάντα της παρακάτω, τα γυαλιά της κρεμόντουσαν στη μυτούλα της κι εκείνη, η καημένη, κοιτούσε ψηλά αποσβολωμένη. Ξαναπέρασα απέναντι, τη σήκωσα αγκαλιάζοντάς την από πίσω, τη μέση. Σχεδόν έκλαιγε.
Ποιό το συμπέρασμα; Ότι ο κόσμος τα έχει παίξει, ότι δε πάμε καθόλου καλά. Δεν είχα δει καν τη γυναίκα, έτρεχα να προλάβω το λεωφορείο μου.
Δεν έχω φωτογραφική πάνω μου συνεχώς και δυστυχώς δε προλαβαίνονται αυτά τα ρημάδια να τα φωτογραφίσεις. Και δεν είναι και νόμιμο. Αν και δε βρίσκω τί είναι πιο απολαυστικό από το να μπορεί κανείς να απεικονίσει, να φυλακίσει αυτές τις στιγμές παράνοιας. Στα πρόσωπά μας, παντού.
Φαντασιώνομαι ένα κρυφό μηχανισμό, μια μηχανή φωτογραφική που να βρίσκεται κάτω από τα ρούχα μου και να έχει μόλις μια ανεπαίσθητη τρυπούλα για να τραβάει, συνδεδεμένη με ένα καλώδιο που θα καταλήγει στη παλάμη μου για να πατάω το ''κλικ''. Αλλά άντε να ζουμάρεις και άντε να μη σε πετροβολήσουν στη μέση της πλατείας. Δε θυμάμαι ποιός, κάποιος γνωστός φωτογράφος το έκανε, λίγες δεκαετίες πριν. Έβγαζε πορτραίτα έτσι, στο δρόμο. Tον βρήκα.
Many Are Called
A famous series of images by Walker Evans shows portraits of unsuspecting travellers on the New York subway. To capture commuters unaware, Evans made these images covertly using a hidden camera stowed away in his coat, only really made possible by the greater portability and low-light capabilities of modern cameras. What resulted were unselfconscious images of daily New York life, and what is life in the city but a series of arduous journeys back and forth?
"Η ικανοποίηση της δημιουργικής ενόρμησης" περί το 1941
Η ικανοποίηση της δημιουργικής ενόρμησης είναι μια βασική, βιολογική ανάγκη, ουσιαστική για την υγεία του ατόμου. Ο συνολικός της αντίκτυπος στην υγεία της κοινωνίας είναι ανεκτίμητος. Η τέχνη είναι ένα από τα λίγα σημαντικά μέσα που γνωρίζει ο άνθρωπος για να εκφράσει αυτή την ενόρμηση. Γι' αυτό και η δημιουργία τέχνης είναι εξ ίσου συνεχής με τη ζωή. Έχει επιζήσει από όλες τις διώξεις από τον νόμο ή το έθιμο που θέσπισε ο άνθρωπος, και από κάθε δυσκολία που η φύση παρενέβαλε με την απείθεια των υλικών της. Ανεξάρτητα από το πόσο ανυποχώρητη η επιφάνεια ή πόσο αντίξοες οι περιστάσεις, ο άνθρωπος έχει εμμείνει στην καταγραφή των φαντασιών του. Η διαδικασία αυτή είναι ψυχολογικό παράλληλο αναπόφευκτο σ' όλες τις βιολογικές διαδικασίες. Ο άνθρωπος λαμβάνει και συνεπώς πρέπει ν' αποβάλλει. Αλλιώς, στραγγαλίζεται, πνίγεται. Οι αισθήσεις του ανθρώπου συλλέγουν και συσσωρεύουν, τα συναισθήματα και ο νους μετατρέπουν και διευθετούν, και, δια μέσου της τέχνης, εκπέμπονται για να συμμετάσχουν πάλι στο ρεύμα της ζωής στο οποίο με τη σειρά τους θα επηρεάσουν άλλους ανθρώπους. Γιατί η τέχνη είναι όχι μόνον εκφραστική αλλά και επικοινωνήσιμη, και αυτή η επικοινωνησιμότητα της προσδίδει μια κοινωνική λειτουργία.
Marc Rothko
Marc Rothko
Σάββατο 23 Οκτωβρίου 2010
Fernando Pessoa,
Απόσπασμα από το Βιβλίο της Ανησυχίας.
Επιτέλους ηρεμώ. Όλα τα ερείπια και τα κατάλοιπα εξαφανίζονται απ' τη ψυχή μου, σα να μην υπήρξαν ποτέ. Να' μαι μόνος και γαλήνιος. Η στιγμή που ζω είναι παρόμοια μ' εκείνη κατά την οποία θα προσηλυτιζόμουν σε μια θρησκεία. Κι όμως τίποτα δε με τραβάει ψηλά, έστω κι αν επίσης τίποτα δε με τραβάει χαμηλά. Νιώθω ελεύθερος, σα να είχα πάψει να υπάρχω χωρίς παρ' όλα αυτά να χάσω τις αισθήσεις μου.
Ηρεμώ, ναι, ηρεμώ. Μια βαθιά, γλυκιά σαν κάτι το περιττό, κατεβαίνει μέχρι τα τρίσβαθα του είναι μου. Έχω ήδη διαβάσει τις σελίδες μου, έχω εκπληρώσει τις υποχρεώσεις μου, τα γεγονότα και οι συμπτώσεις της ύπαρξης -όλα έχουν μετατραπεί σ' ένα αόριστο ημίφως, σ' ένα μόλις ορατό φωτοστέφανο, που περικυκλώνει κάτι ήρεμο που δε ξέρω τι είναι. Οι προσπάθειες που έκανα βάζοντας καμιά φορά τη λησμονιά της ψυχής μου, οι σκέψεις που έκανα βάζοντας καμιά φορά τη λησμονιά της δράσης - μετατρέπονται σ' ένα είδος στοργής απαλλαγμένης από συγκίνηση, σ' ένα είδος τετριμμένης και κενής συμπόνιας.
Όλα αυτά δεν προέρχονται από τη γλυκιά, τρυφερή, συννεφιασμένη μέρα με τους αργούς ρυθμούς. Ούτε απ' αυτή την αύρα που μόλις έχει αρχίσει να σηκώνεται - σχεδόν τίποτα, μετά βίας κάτι παραπάνω απ' τον αέρα που νιώθεις ήδη να τρεμουλιάζει. Ούτε απ' το ανώνυμο χρώμα του ουρανού, με τις αχνές γαλάζιες κηλίδες εδώ κι εκεί. Όχι, όχι, γιατί δεν αισθάνομαι. Βλέπω χωρίς πρόθεση να δω, και βλέπω χωρίς γιατρικό. Συμμετέχω προσεκτικά σ' ένα ανύπαρκτο θέαμα. Δε νιώθω να έχω ψυχή αλλά γαλήνη. Τα εξωτερικά πράγματα, πεντακάθαρα κι ακίνητα ακόμα κι αν σαλεύουν, μου φαίνονται όπως θα φαινόταν ο κόσμος στο Χριστό, όταν ο Σατανάς ήρθε από ψηλά για να τον βάλει σε πειρασμό. Τα πράγματα δεν είναι τίποτα, και καταλαβαίνω γιατί ο Χριστός δεν παρασύρθηκε. Δεν είναι τίποτα, κι αυτό που δε καταλαβαίνω είναι πώς ο Σατανάς, τόσο γέρος και τόσο σοφός, πίστεψε ότι μπορεί να βάλει σε πειρασμό με τόσο μικρό αντάλλαγμα.
Κύλα ανάλαφρη, ω ζωή, που καθόλου δε σε νιώθουμε, ρυάκι της κινούμενης σιωπής, που γλιστράς κάτω απ' τα δέντρα της λησμονιάς! Κύλα χαιδεύοντάς μας, ψυχή, που κανείς δε σε γνωρίζει, ψιθυρίζοντας ότι κανείς δεν μπορεί να δει πίσω απ' τα γερμένα κλαδιά! Κύλα άχρηστη, κύλα χωρίς λόγο, συνείδηση, που δεν είσαι τίποτα, αόριστη λάμψη που αστράφτει μακριά, στο κοίλο των φύλλων, συνείδηση, που κανείς δεν ξέρει από πού έρχεσαι ούτε που πας! Κύλα, κι άφησέ με να ξεχάσω!
Αβέβαιη ανάσα αυτού που δε τόλμησε να ζήσει, γουλιά που πίνει μονοκοπανιά αυτός που δεν μπόρεσε να νιώσει, ανώφελο μουρμούρισμα αυτού που δεν θέλησε να σκεφτεί -πέρνα αργά, πέρνα σιγανά, υπόμεινε τους χειμάρρους όπου σ' έχουν φυλακίσει και την πλαγιά που σε υποχρεώνουν να κατέβεις, πήγαινε κατά τα σκοτάδια ή το φως, τ' αδέρφι του κόσμου, κατά τη δόξα ή την άβυσσο, τ' αδέρφι του Χάους και της Νύχτας - αλλά θυμήσου, σε κάποια σκοτεινά βάθη του εαυτού σου, ότι οι Θεοί ήρθαν μετά από σένα, κι ότι ακόμα κι οι Θεοί περνούν με τη σειρά τους.
(Ένα χρόνο πριν το θάνατό του)
Επιτέλους ηρεμώ. Όλα τα ερείπια και τα κατάλοιπα εξαφανίζονται απ' τη ψυχή μου, σα να μην υπήρξαν ποτέ. Να' μαι μόνος και γαλήνιος. Η στιγμή που ζω είναι παρόμοια μ' εκείνη κατά την οποία θα προσηλυτιζόμουν σε μια θρησκεία. Κι όμως τίποτα δε με τραβάει ψηλά, έστω κι αν επίσης τίποτα δε με τραβάει χαμηλά. Νιώθω ελεύθερος, σα να είχα πάψει να υπάρχω χωρίς παρ' όλα αυτά να χάσω τις αισθήσεις μου.
Ηρεμώ, ναι, ηρεμώ. Μια βαθιά, γλυκιά σαν κάτι το περιττό, κατεβαίνει μέχρι τα τρίσβαθα του είναι μου. Έχω ήδη διαβάσει τις σελίδες μου, έχω εκπληρώσει τις υποχρεώσεις μου, τα γεγονότα και οι συμπτώσεις της ύπαρξης -όλα έχουν μετατραπεί σ' ένα αόριστο ημίφως, σ' ένα μόλις ορατό φωτοστέφανο, που περικυκλώνει κάτι ήρεμο που δε ξέρω τι είναι. Οι προσπάθειες που έκανα βάζοντας καμιά φορά τη λησμονιά της ψυχής μου, οι σκέψεις που έκανα βάζοντας καμιά φορά τη λησμονιά της δράσης - μετατρέπονται σ' ένα είδος στοργής απαλλαγμένης από συγκίνηση, σ' ένα είδος τετριμμένης και κενής συμπόνιας.
Όλα αυτά δεν προέρχονται από τη γλυκιά, τρυφερή, συννεφιασμένη μέρα με τους αργούς ρυθμούς. Ούτε απ' αυτή την αύρα που μόλις έχει αρχίσει να σηκώνεται - σχεδόν τίποτα, μετά βίας κάτι παραπάνω απ' τον αέρα που νιώθεις ήδη να τρεμουλιάζει. Ούτε απ' το ανώνυμο χρώμα του ουρανού, με τις αχνές γαλάζιες κηλίδες εδώ κι εκεί. Όχι, όχι, γιατί δεν αισθάνομαι. Βλέπω χωρίς πρόθεση να δω, και βλέπω χωρίς γιατρικό. Συμμετέχω προσεκτικά σ' ένα ανύπαρκτο θέαμα. Δε νιώθω να έχω ψυχή αλλά γαλήνη. Τα εξωτερικά πράγματα, πεντακάθαρα κι ακίνητα ακόμα κι αν σαλεύουν, μου φαίνονται όπως θα φαινόταν ο κόσμος στο Χριστό, όταν ο Σατανάς ήρθε από ψηλά για να τον βάλει σε πειρασμό. Τα πράγματα δεν είναι τίποτα, και καταλαβαίνω γιατί ο Χριστός δεν παρασύρθηκε. Δεν είναι τίποτα, κι αυτό που δε καταλαβαίνω είναι πώς ο Σατανάς, τόσο γέρος και τόσο σοφός, πίστεψε ότι μπορεί να βάλει σε πειρασμό με τόσο μικρό αντάλλαγμα.
Κύλα ανάλαφρη, ω ζωή, που καθόλου δε σε νιώθουμε, ρυάκι της κινούμενης σιωπής, που γλιστράς κάτω απ' τα δέντρα της λησμονιάς! Κύλα χαιδεύοντάς μας, ψυχή, που κανείς δε σε γνωρίζει, ψιθυρίζοντας ότι κανείς δεν μπορεί να δει πίσω απ' τα γερμένα κλαδιά! Κύλα άχρηστη, κύλα χωρίς λόγο, συνείδηση, που δεν είσαι τίποτα, αόριστη λάμψη που αστράφτει μακριά, στο κοίλο των φύλλων, συνείδηση, που κανείς δεν ξέρει από πού έρχεσαι ούτε που πας! Κύλα, κι άφησέ με να ξεχάσω!
Αβέβαιη ανάσα αυτού που δε τόλμησε να ζήσει, γουλιά που πίνει μονοκοπανιά αυτός που δεν μπόρεσε να νιώσει, ανώφελο μουρμούρισμα αυτού που δεν θέλησε να σκεφτεί -πέρνα αργά, πέρνα σιγανά, υπόμεινε τους χειμάρρους όπου σ' έχουν φυλακίσει και την πλαγιά που σε υποχρεώνουν να κατέβεις, πήγαινε κατά τα σκοτάδια ή το φως, τ' αδέρφι του κόσμου, κατά τη δόξα ή την άβυσσο, τ' αδέρφι του Χάους και της Νύχτας - αλλά θυμήσου, σε κάποια σκοτεινά βάθη του εαυτού σου, ότι οι Θεοί ήρθαν μετά από σένα, κι ότι ακόμα κι οι Θεοί περνούν με τη σειρά τους.
(Ένα χρόνο πριν το θάνατό του)
Παρασκευή 22 Οκτωβρίου 2010
Θυμάμαι ->
...πριν 5 χρόνια ένας νεαρός μου μίλησε μέσα στο τρένο για το blog του, μου το έγραψε κάπου. Φυσικά δε κατάλαβα τίποτα, δεν έχω ιδέα που είναι γραμμένο.
Μμμμ, κάνω ένα μικρό διάλειμμα και ξαναγυρνάω στη δουλειά.
Δε μπορώ να εξηγώ στο καθένα γιατί θέλω να μείνω σπίτι, γιατί έτσι ρε φίλε. Μου τη βάρεσε, θέλω την ησυχία μου. Παρεξηγούνται. Είναι πολύ κουραστικό να βρίσκεις δικαιολογίες και ακόμα περισσότερο να προσπαθείς σε ένα sms να εξηγήσεις τί σκάλωμα υπαρξιακό έχεις φάει. Έλεος. Δικαίωμα στη σιωπή τελοσπάντων. Δε με νοιάζουν τα γκομενικά σου, για να μη σηκώνω το τηλέφωνο πάει να πει ότι ή κάτι κάνω ή κάτι θέλω να κάνω, όπως και να' χει δε θέλω να μιλήσω και δεν είναι προσωπικό. Χρειάζεται κανείς να μένει μόνος του. Είναι πολύ ξεκούραστοι οι φίλοι που το καταλαβαίνουν, απλά. Τα τηλέφωνα τα έχουμε για να επικοινωνούμε. Άπαξ και δε το χρησιμοποιείς πάει να πει ότι δε θέλεις να επικοινωνήσεις. Και ακόμα περισσότερο, δε θες να εξηγήσεις γιατί δε θέλεις να επικοινωνήσεις. Δεν υπάρχει πρόβλημα, δεν είναι περίοδος γκρίνιας, είναι περίοδος συγκέντρωσης, έχει τρομερή διαφορά. Δε μπορώ να τρέχω όπου με καλούν, θέλω δύο ώρες να πάω και να έρθω, συν μία ώρα να εγκλιματιστώ πάλι στα δικά μου. Απλά δε γίνεται. ''Και τότε γιατί είδες τον τάδε χτες;''. Γιατί έτσι (και πάλι) ρε φίλε. Γιατί αυτόν ήθελα να δω, γιατί δε μου πρήζει τα σκώτια.
Το τηλέφωνο είναι είδος πολυτελείας ή ανάγκης, αυτή τη στιγμή. Από μακρυά. Για λίγους, ακριβώς γι' αυτούς που τους αρκεί το να μη μιλάς, να μην εξηγείς, να μη βγαίνεις, απλά να λες ''καληνύχτα'' ή ότι.
Μμμμ, κάνω ένα μικρό διάλειμμα και ξαναγυρνάω στη δουλειά.
Δε μπορώ να εξηγώ στο καθένα γιατί θέλω να μείνω σπίτι, γιατί έτσι ρε φίλε. Μου τη βάρεσε, θέλω την ησυχία μου. Παρεξηγούνται. Είναι πολύ κουραστικό να βρίσκεις δικαιολογίες και ακόμα περισσότερο να προσπαθείς σε ένα sms να εξηγήσεις τί σκάλωμα υπαρξιακό έχεις φάει. Έλεος. Δικαίωμα στη σιωπή τελοσπάντων. Δε με νοιάζουν τα γκομενικά σου, για να μη σηκώνω το τηλέφωνο πάει να πει ότι ή κάτι κάνω ή κάτι θέλω να κάνω, όπως και να' χει δε θέλω να μιλήσω και δεν είναι προσωπικό. Χρειάζεται κανείς να μένει μόνος του. Είναι πολύ ξεκούραστοι οι φίλοι που το καταλαβαίνουν, απλά. Τα τηλέφωνα τα έχουμε για να επικοινωνούμε. Άπαξ και δε το χρησιμοποιείς πάει να πει ότι δε θέλεις να επικοινωνήσεις. Και ακόμα περισσότερο, δε θες να εξηγήσεις γιατί δε θέλεις να επικοινωνήσεις. Δεν υπάρχει πρόβλημα, δεν είναι περίοδος γκρίνιας, είναι περίοδος συγκέντρωσης, έχει τρομερή διαφορά. Δε μπορώ να τρέχω όπου με καλούν, θέλω δύο ώρες να πάω και να έρθω, συν μία ώρα να εγκλιματιστώ πάλι στα δικά μου. Απλά δε γίνεται. ''Και τότε γιατί είδες τον τάδε χτες;''. Γιατί έτσι (και πάλι) ρε φίλε. Γιατί αυτόν ήθελα να δω, γιατί δε μου πρήζει τα σκώτια.
Το τηλέφωνο είναι είδος πολυτελείας ή ανάγκης, αυτή τη στιγμή. Από μακρυά. Για λίγους, ακριβώς γι' αυτούς που τους αρκεί το να μη μιλάς, να μην εξηγείς, να μη βγαίνεις, απλά να λες ''καληνύχτα'' ή ότι.
Πέμπτη 21 Οκτωβρίου 2010
Reversible
Τελείωσε το κόκκινο, κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Μερικοί άνθρωποι είναι τόσο κοντά στο πυρήνα τους. Αν υποθέσουμε ότι κάθε άνθρωπος είναι ένα κύτταρο, τότε εκείνοι είναι ευκαρυωτικό, αλλά το κυτταρόπλασμά τους είναι τόσο λίγο που μετα βίας ξεχωρίζει η πλασματική τους μεμβράνη από τη κυτταρική. Μπορείς να δεις ξεκάθαρα το σχήμα του πυρήνα τους, ο οποίος έχει υπερογκωθεί προκειμένου να επιβιώσει το κύτταρο. Τα λοιπά (κενοτόπιο, ριβοσώματα, μιτοχόνδρια και τα ρέστα) ασφυκτιούν και εξέχουν σαν παράσιτα, μέσα από τη μεμβράνη. Εξηγούμαι: έχουν συγκεντρωθεί τόσο γρήγορα στο στόχο τους, μα τόσο αποκλειστικά ταυτόχρονα, ώστε η ισορροπία τους χάνεται, απειλητικά για τον οργανισμό τους. Είναι οξύθυμοι, πληγωμένοι, αναίσθητοι (αυτοί, οι πιο ευαίσθητοι όλων), στεγνοί.
Το δικό μου κυτταρόπλασμα κοντεύει να πνίξει το πυρήνα. Τα μιτοχόνδρια κάνουν πάρτυ.
Δε ξέρω πως να βοηθήσω ή να βοηθηθώ. Μάλλον μόνο η όψη του άλλου κυττάρου αρκεί και τα λόγια περιττεύουν. Ελπίζω.
Σκεφτόμουν μέσα στο Β5 πως, όταν συναναστρέφονται δύο άνθρωποι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ερήμην τους, κάτι άλλο, ένα από τον ένα και ένα από τον άλλο, βγαίνει και επικοινωνεί. Δε μας ελέγχουμε, δε καταλαβαίνουμε τί έχει συμβεί, ποτέ απόλυτα. Την ώρα που μιλάς νομίζεις ότι επικοινωνείς, η μάλλον επικοινωνείς, πάνω σε ένα θέμα. Αλλά αργότερα, βρίσκεις μια αίσθηση μέσα σου, την αίσθηση που σου έχει αφήσει, του άλλου. Μπορεί να τον συμπαθείς, να τον αγαπάς σχεδόν, αλλά να μην αντέχεις αυτή την αίσθηση. Ή μπορεί να μην επικοινώνησες αρκετά αλλά η αίσθησή σου να είναι ονειρική. Άπειροι οι συνδυασμοί. Θέλω να πω πως η δουλειά γίνεται ουσιαστικά χωρίς να το καταλαβαίνουμε ή να καθοδηγούμε. Σα να βγαίνει και να αιωρείται από πάνω μας ένα κομματάκι παζλ, εμείς, σε σχήμα, σχηματοποιημένο αλλά παρ' όλ' αυτά ευμετάβλητο, εξαρτάται την ηλικία κτλ. Αιωρείται πάνω από τον συνομιλητή το αντίστοιχό του κομματάκι. Εκείνα, τα δυο τους, θα προσπαθήσουν να ενωθούν. Όσο μιλάς εσύ εκείνο προσπαθεί να βρει τη πλευρά που κάπως κουμπώνει με του άλλου. Άλλες φορές δε γίνεται καμία σύνδεση, άλλες μικρή, χαλαρή, κι άλλες κουμπώνεις σε ικανοποιητικό βαθμό. Το χρονικό διάστημα που συμβαίνει ένωση τα στοιχεία του ενός εισχωρούν στου άλλου και αντιστρόφως, αυτό είναι που αφήνει και την αίσθηση. Υπάρχει περίπτωση στη προσπάθεια να κουμπώσεις να φθαρεί μία άκρη του παζλ. Ή ενώ βλέπεις πως έχεις κουμπώσει με ανορθόδοξο τρόπο να επιμένεις να μένεις κουμπωμένος.
Μερικοί άνθρωποι είναι τόσο κοντά στο πυρήνα τους. Αν υποθέσουμε ότι κάθε άνθρωπος είναι ένα κύτταρο, τότε εκείνοι είναι ευκαρυωτικό, αλλά το κυτταρόπλασμά τους είναι τόσο λίγο που μετα βίας ξεχωρίζει η πλασματική τους μεμβράνη από τη κυτταρική. Μπορείς να δεις ξεκάθαρα το σχήμα του πυρήνα τους, ο οποίος έχει υπερογκωθεί προκειμένου να επιβιώσει το κύτταρο. Τα λοιπά (κενοτόπιο, ριβοσώματα, μιτοχόνδρια και τα ρέστα) ασφυκτιούν και εξέχουν σαν παράσιτα, μέσα από τη μεμβράνη. Εξηγούμαι: έχουν συγκεντρωθεί τόσο γρήγορα στο στόχο τους, μα τόσο αποκλειστικά ταυτόχρονα, ώστε η ισορροπία τους χάνεται, απειλητικά για τον οργανισμό τους. Είναι οξύθυμοι, πληγωμένοι, αναίσθητοι (αυτοί, οι πιο ευαίσθητοι όλων), στεγνοί.
Το δικό μου κυτταρόπλασμα κοντεύει να πνίξει το πυρήνα. Τα μιτοχόνδρια κάνουν πάρτυ.
Δε ξέρω πως να βοηθήσω ή να βοηθηθώ. Μάλλον μόνο η όψη του άλλου κυττάρου αρκεί και τα λόγια περιττεύουν. Ελπίζω.
Σκεφτόμουν μέσα στο Β5 πως, όταν συναναστρέφονται δύο άνθρωποι, χωρίς να το καταλαβαίνουν, ερήμην τους, κάτι άλλο, ένα από τον ένα και ένα από τον άλλο, βγαίνει και επικοινωνεί. Δε μας ελέγχουμε, δε καταλαβαίνουμε τί έχει συμβεί, ποτέ απόλυτα. Την ώρα που μιλάς νομίζεις ότι επικοινωνείς, η μάλλον επικοινωνείς, πάνω σε ένα θέμα. Αλλά αργότερα, βρίσκεις μια αίσθηση μέσα σου, την αίσθηση που σου έχει αφήσει, του άλλου. Μπορεί να τον συμπαθείς, να τον αγαπάς σχεδόν, αλλά να μην αντέχεις αυτή την αίσθηση. Ή μπορεί να μην επικοινώνησες αρκετά αλλά η αίσθησή σου να είναι ονειρική. Άπειροι οι συνδυασμοί. Θέλω να πω πως η δουλειά γίνεται ουσιαστικά χωρίς να το καταλαβαίνουμε ή να καθοδηγούμε. Σα να βγαίνει και να αιωρείται από πάνω μας ένα κομματάκι παζλ, εμείς, σε σχήμα, σχηματοποιημένο αλλά παρ' όλ' αυτά ευμετάβλητο, εξαρτάται την ηλικία κτλ. Αιωρείται πάνω από τον συνομιλητή το αντίστοιχό του κομματάκι. Εκείνα, τα δυο τους, θα προσπαθήσουν να ενωθούν. Όσο μιλάς εσύ εκείνο προσπαθεί να βρει τη πλευρά που κάπως κουμπώνει με του άλλου. Άλλες φορές δε γίνεται καμία σύνδεση, άλλες μικρή, χαλαρή, κι άλλες κουμπώνεις σε ικανοποιητικό βαθμό. Το χρονικό διάστημα που συμβαίνει ένωση τα στοιχεία του ενός εισχωρούν στου άλλου και αντιστρόφως, αυτό είναι που αφήνει και την αίσθηση. Υπάρχει περίπτωση στη προσπάθεια να κουμπώσεις να φθαρεί μία άκρη του παζλ. Ή ενώ βλέπεις πως έχεις κουμπώσει με ανορθόδοξο τρόπο να επιμένεις να μένεις κουμπωμένος.
Σάββατο 16 Οκτωβρίου 2010
Μμμμμ...
...δε ξέρω τί να πω. Ψάχνω μια διασκευή του les pecheurs des perles που ακούω συνέχεια στο kosmos, κανένα αποτέλεσμα.
Πειραιώς.
Μου αρέσει πολύ να οδηγάει κάποιος και να τραβάω φωτογραφίες. Ελάχιστες βλέπονται, αλλά μου αρέσει πολύ, πολύ. Θα μπορούσα να το κάνω ώρες, για πολλές μέρες, συνέχεια.
Έξω από το παράθυρο φαίνεται ένα μεγάλο ουράνιο τόξο.
Νοιώθω αυτή την ακινησία σκέψης που με τσατίζει, όταν μου συμβαίνει.
Αργότερα: κάπως καλύτερα, έφαγα λίγο. Καπνός και αναμμένα φώτα, θα δω anime, Ντρέηκ, είναι αντικαταθλιπτικό, ζωγράφισα λίγο, θα συνεχίσω μετά. Στριφτά πάλι, μετά από καιρό, οικον. κρίση, καπνίζω και λιγότερο. Ακούω το γείτονα να μιλάει στο μπαλκόνι, νεαρός, με μαγκιά. Δε θέλω να ξέρω τί έχουν ακούσει εκείνοι με τα δικά μου τηλεφωνήματα μπαλκονιού.. Θεός και ψυχή μας... Μου τηλεφώνησε ένας φίλος από παλιά, του είπα ότι κάθομαι, θα έρθει να δει δουλειά μου, ντρέπομαι, θέλω να στουρθοκαμηλίσω. Και ευτυχώς, όμως, λειτουργεί πάλι ο εγκέφαλός μου, είναι τόσο δυναμωτικό να ενδιαφέρεται κάποιος, θες να σου πει κάτι καλό, θες να κάνεις ότι καλύτερο μπορείς. Ξυπνάς από τη βαρεμάρα και την ηλίθια βαλτώδη θαλπωρή και θες να κάνεις, να κάνεις. Μπορεί να σε τραβάνε προς τα κάτω, σαν αίσθηση, πολλές φορές οι άλλοι, μα άλλες φορές σου θυμίζουν ποιός είσαι, ή μάλλον πιστεύοντας σε σένα σε κάνουν να πιστεύεις κι εσύ, θες να τους δείξεις ότι δε κάνουν λάθος. Και είναι τόσο ωραίο και αληθινά ζωντανό αυτό το συναίσθημα.
Πειραιώς.
Έξω από το παράθυρο φαίνεται ένα μεγάλο ουράνιο τόξο.
Νοιώθω αυτή την ακινησία σκέψης που με τσατίζει, όταν μου συμβαίνει.
Αργότερα: κάπως καλύτερα, έφαγα λίγο. Καπνός και αναμμένα φώτα, θα δω anime, Ντρέηκ, είναι αντικαταθλιπτικό, ζωγράφισα λίγο, θα συνεχίσω μετά. Στριφτά πάλι, μετά από καιρό, οικον. κρίση, καπνίζω και λιγότερο. Ακούω το γείτονα να μιλάει στο μπαλκόνι, νεαρός, με μαγκιά. Δε θέλω να ξέρω τί έχουν ακούσει εκείνοι με τα δικά μου τηλεφωνήματα μπαλκονιού.. Θεός και ψυχή μας... Μου τηλεφώνησε ένας φίλος από παλιά, του είπα ότι κάθομαι, θα έρθει να δει δουλειά μου, ντρέπομαι, θέλω να στουρθοκαμηλίσω. Και ευτυχώς, όμως, λειτουργεί πάλι ο εγκέφαλός μου, είναι τόσο δυναμωτικό να ενδιαφέρεται κάποιος, θες να σου πει κάτι καλό, θες να κάνεις ότι καλύτερο μπορείς. Ξυπνάς από τη βαρεμάρα και την ηλίθια βαλτώδη θαλπωρή και θες να κάνεις, να κάνεις. Μπορεί να σε τραβάνε προς τα κάτω, σαν αίσθηση, πολλές φορές οι άλλοι, μα άλλες φορές σου θυμίζουν ποιός είσαι, ή μάλλον πιστεύοντας σε σένα σε κάνουν να πιστεύεις κι εσύ, θες να τους δείξεις ότι δε κάνουν λάθος. Και είναι τόσο ωραίο και αληθινά ζωντανό αυτό το συναίσθημα.
Πέμπτη 14 Οκτωβρίου 2010
Οδοντόβουρτσα
Πώς να δώσεις στο πασά σου την οδοντόβουρτσά σου όταν δεν έχεις; Αμ;
Πέρα-δώθε, πέρα-δώθε ανάμεσα σε δύο σπίτια (κόμου-κότου), αποφάσισα να μη πηγαινοφέρνω τα υπάρχοντά μου, τα ψιλομοίρασα, αλλά δεύτερη οδοντόβουρτσα δεν αξιώθηκα ακόμα να πάρω. Τη πάρκαρα στο ένα κατάλυμα και τη βγάζω έτσι. Μπιχλιάρικο. Κι αναρωτιέμαι. Μήπως αληθεύει η προφήτισσα η Μα'ι'τένα και όταν "επιτέλους" βρεις τον κάποιον, χαλαρώνεις και μένεις με μία οδοντόβουρτσα και ξυρίζεσαι μια στις τόσες, μμμμμ...
Έχω ένα καταπληκτικό τετραδιάκι, με περιμένει, μου τελειώνει το κόκκινο και ανυπομονώ. Κάθε φορά ορκίζομαι ότι το καινούριο θα έχει μόνο ''ουσία'' και όχι πια παράπονα: παράπονα από τη ζωή που είναι σκληρή, από τους άλλους και κυρίως από τον εαυτό μου. Άντε να δούμε μήπως είναι το τυχερό, το λονδρέζικο.
Αγαπώ πολύ τους φίλους μου, χτες και σήμερα, πολύ. Όλους.
Ο παρακάτω ατάλαντος φωτογράφος είναι ο Αndrei Tarkovsky, χάλια φωτογραφίες, χάλια ταινίες, δε βλέπεται ο άνθρωπος..(αστειεύομαι οφ κορς)
Δεν έκανα τη δουλειά για την οποία ξενύχτησα, απεργίες μετρό και προαστιακός... Αλλά ήπια καφέ και κάναμε μακαρόνια στις 3.00+ κάτι, κάναμε δουλειές στο σπίτι...
Βλέπω πολύ άσχημα όνειρα. Καλό μου υποσυνείδητο δε σε βλέπω πολύ καλά. Προχτές ένα κουνέλι σιχαμένο τυλίχτηκε στο δεξί μου χέρι και με δάγκωσε με δόντια νυχτερίδας, ήταν αδύναμο αλλά κακό, ήθελα να το τινάξω από πάνω μου, είχε κολλήσει. Έπιασα με το αριστερό χέρι το σωματάκι του, λες και είχε βεντουζωθεί το άτιμο, τίποτα. Έπιασα το κεφαλάκι του, το πίεσα, ήταν μαλακό και εύθραυστο, το ένοιωσα να υποχωρεί, το σκότωσα και έπεσε. Είμαι κακή.
Σήμερα ήμουν στο νησί, σε ένα νησί αγνώριστο, μουντό και φθινοπωρινό, με ζητιάνους, σαν ταινία πολέμου. Γνώριζα όλους τους δρόμους και τα σημεία, κι ας ήταν εντελώς αλλοιωμένα. Μπήκαμε σε ένα ταξί, με τη μαμά και τη γιαγιά, προς το σπίτι. Ήταν ένας παρακμιακός ταξιτζής ο οποίος κοιτούσε χυδαία από το καθρεφτάκι του και μου μιλούσε. Εκείνες γελούσαν ενθαρρυντικά, έβρισκαν ότι ταιριάζουμε. Κατέβηκαν λίγο πριν το σπίτι, σα μονάδα. Έμεινα μόνη μου με αυτόν, ήμασταν έξω από το ταξί, ήταν αλλιώτικος τώρα, μεγάλος στην ηλικία, χοντρός με παχύ μουστάκι. Προσπαθούσε να με πείσει, το σκεφτόμουν. Πόσο ηλίθια είμαι. Σκέφτηκα τον Φερδινάνδο, αντέδρασα μέσα μου και ξύπνησα.
Δε ξέρω γιατί τα λέω όλα αυτά. Μάλλον γιατί μου φαίνομαι περίεργη, για να καταλάβω αν υπάρχει κάτι να καταλάβω πέρα από το ότι δε νοιώθω καλά με τον εαυτό μου, όσο εντάξει κι αν είναι όλα, σχετικά.
Καλημέρα, μέρα εποικοδομητική, γουόνα μπι*
Πέρα-δώθε, πέρα-δώθε ανάμεσα σε δύο σπίτια (κόμου-κότου), αποφάσισα να μη πηγαινοφέρνω τα υπάρχοντά μου, τα ψιλομοίρασα, αλλά δεύτερη οδοντόβουρτσα δεν αξιώθηκα ακόμα να πάρω. Τη πάρκαρα στο ένα κατάλυμα και τη βγάζω έτσι. Μπιχλιάρικο. Κι αναρωτιέμαι. Μήπως αληθεύει η προφήτισσα η Μα'ι'τένα και όταν "επιτέλους" βρεις τον κάποιον, χαλαρώνεις και μένεις με μία οδοντόβουρτσα και ξυρίζεσαι μια στις τόσες, μμμμμ...
Έχω ένα καταπληκτικό τετραδιάκι, με περιμένει, μου τελειώνει το κόκκινο και ανυπομονώ. Κάθε φορά ορκίζομαι ότι το καινούριο θα έχει μόνο ''ουσία'' και όχι πια παράπονα: παράπονα από τη ζωή που είναι σκληρή, από τους άλλους και κυρίως από τον εαυτό μου. Άντε να δούμε μήπως είναι το τυχερό, το λονδρέζικο.
Αγαπώ πολύ τους φίλους μου, χτες και σήμερα, πολύ. Όλους.
Ο παρακάτω ατάλαντος φωτογράφος είναι ο Αndrei Tarkovsky, χάλια φωτογραφίες, χάλια ταινίες, δε βλέπεται ο άνθρωπος..(αστειεύομαι οφ κορς)
Δεν έκανα τη δουλειά για την οποία ξενύχτησα, απεργίες μετρό και προαστιακός... Αλλά ήπια καφέ και κάναμε μακαρόνια στις 3.00+ κάτι, κάναμε δουλειές στο σπίτι...
Βλέπω πολύ άσχημα όνειρα. Καλό μου υποσυνείδητο δε σε βλέπω πολύ καλά. Προχτές ένα κουνέλι σιχαμένο τυλίχτηκε στο δεξί μου χέρι και με δάγκωσε με δόντια νυχτερίδας, ήταν αδύναμο αλλά κακό, ήθελα να το τινάξω από πάνω μου, είχε κολλήσει. Έπιασα με το αριστερό χέρι το σωματάκι του, λες και είχε βεντουζωθεί το άτιμο, τίποτα. Έπιασα το κεφαλάκι του, το πίεσα, ήταν μαλακό και εύθραυστο, το ένοιωσα να υποχωρεί, το σκότωσα και έπεσε. Είμαι κακή.
Σήμερα ήμουν στο νησί, σε ένα νησί αγνώριστο, μουντό και φθινοπωρινό, με ζητιάνους, σαν ταινία πολέμου. Γνώριζα όλους τους δρόμους και τα σημεία, κι ας ήταν εντελώς αλλοιωμένα. Μπήκαμε σε ένα ταξί, με τη μαμά και τη γιαγιά, προς το σπίτι. Ήταν ένας παρακμιακός ταξιτζής ο οποίος κοιτούσε χυδαία από το καθρεφτάκι του και μου μιλούσε. Εκείνες γελούσαν ενθαρρυντικά, έβρισκαν ότι ταιριάζουμε. Κατέβηκαν λίγο πριν το σπίτι, σα μονάδα. Έμεινα μόνη μου με αυτόν, ήμασταν έξω από το ταξί, ήταν αλλιώτικος τώρα, μεγάλος στην ηλικία, χοντρός με παχύ μουστάκι. Προσπαθούσε να με πείσει, το σκεφτόμουν. Πόσο ηλίθια είμαι. Σκέφτηκα τον Φερδινάνδο, αντέδρασα μέσα μου και ξύπνησα.
Δε ξέρω γιατί τα λέω όλα αυτά. Μάλλον γιατί μου φαίνομαι περίεργη, για να καταλάβω αν υπάρχει κάτι να καταλάβω πέρα από το ότι δε νοιώθω καλά με τον εαυτό μου, όσο εντάξει κι αν είναι όλα, σχετικά.
Καλημέρα, μέρα εποικοδομητική, γουόνα μπι*
Πέμπτη 7 Οκτωβρίου 2010
Τζάκι; Tζάκι μπα...
Πολύ πολύ συννεφιασμένα είναι έξω. Μάλλον ο καφές μου έχει γίνει απαραίτητος, μόλις τώρα, μετά από μισό φλιτζάνι, άρχισα να νοιώθω μια όρεξη για κίνηση... Πρέπει να πάρω απόφαση να πάω να πάρω τσιγάρα - πολλές κινήσεις..Ο λαιμός πονάει αμυδρά, σαγρίζει. Θα ανάψω πρώτη φορά το τζάκι σκέφτομαι.
Tο Ferdinand.
Συννεφάκι Φερδινάνδε. Χρειαζόμαστε ονειροκράτορες, να φέρουν τα όνειρα και τις προσδοκίες μας, μάλλον, να μας απογοητεύουν, να μας πονάνε, δε ξέρω γιατί. Ντρέπομαι που δε ξέρω να τα πω όπως τους πρέπουν, τα πράγματα.
Είμαι πολύ όμορφα μελαγχολική σήμερα και μ' αρέσει, δε θέλω τίποτα να μου το χαλάσει.
(Να προσέχω τί εύχομαι)
Πώς μπορούν οι άνθρωποι να φυλακίζουν ο ένας τον άλλο; Τί είναι η ελευθερία; Γιατί δε μπορούν όλοι να είναι απλά μια χαρά; Γιατί όλοι έχουμε πάντα προβλήματα; Ο ένας θέλει ν'αλλάξει το κόσμο, ο άλλος θέλει να τον αγαπάνε όλοι, άλλος να τον σώσουν, άλλος να τον συμπαθούν, να τον βοηθήσουν, όλοι αδύναμοι και μικροί. Οι φίλοι είναι καλοί, όλοι από μακρυά. Όλοι εγωιστές, όλοι μας. Γονείς δένουν τα παιδιά, παιδιά δένουν τους γονείς, πριν καν το καταλάβεις έχεις προσβάλει κάποιον, την ευαισθησία του, την αδυναμία του, τη μικρότητά του. Όλοι θέλουν να τους καταλαβαίνεις, να τους ''διαβάζεις'', να συμπεριφέρεσαι ανάλογα, όπως ''πρέπει''. Μου τη δίνει αυτή η σύμβαση, μου τη δίνει ο ''εαυτός'', όλων. Όλοι να αποδείξουν ότι ''είναι'', να τους πιστεύουν, να τους θαυμάζουν, να μας θαυμάζουν γιατί είμαστε όμορφοι, έξυπνοι, ξεχωριστοί, πολύτιμοι, άρχιντς.
Δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια, είπε ο σάτυρος. Μπορεί να έχει δίκαιο τελικά. Πουθενά, ούτε μεταξύ συγγενών πρώτου βαθμού. Πουθενά. Είναι όλοι τόσο πολύπλοκοι. Τόσο μόνοι τους.
Με ηρεμεί κάτι. Μόνο. Αυτή τη στιγμή. Μία σούπα κακοφτιαγμένη, με αγάπη.
Tο Ferdinand.
Συννεφάκι Φερδινάνδε. Χρειαζόμαστε ονειροκράτορες, να φέρουν τα όνειρα και τις προσδοκίες μας, μάλλον, να μας απογοητεύουν, να μας πονάνε, δε ξέρω γιατί. Ντρέπομαι που δε ξέρω να τα πω όπως τους πρέπουν, τα πράγματα.
Είμαι πολύ όμορφα μελαγχολική σήμερα και μ' αρέσει, δε θέλω τίποτα να μου το χαλάσει.
(Να προσέχω τί εύχομαι)
Πώς μπορούν οι άνθρωποι να φυλακίζουν ο ένας τον άλλο; Τί είναι η ελευθερία; Γιατί δε μπορούν όλοι να είναι απλά μια χαρά; Γιατί όλοι έχουμε πάντα προβλήματα; Ο ένας θέλει ν'αλλάξει το κόσμο, ο άλλος θέλει να τον αγαπάνε όλοι, άλλος να τον σώσουν, άλλος να τον συμπαθούν, να τον βοηθήσουν, όλοι αδύναμοι και μικροί. Οι φίλοι είναι καλοί, όλοι από μακρυά. Όλοι εγωιστές, όλοι μας. Γονείς δένουν τα παιδιά, παιδιά δένουν τους γονείς, πριν καν το καταλάβεις έχεις προσβάλει κάποιον, την ευαισθησία του, την αδυναμία του, τη μικρότητά του. Όλοι θέλουν να τους καταλαβαίνεις, να τους ''διαβάζεις'', να συμπεριφέρεσαι ανάλογα, όπως ''πρέπει''. Μου τη δίνει αυτή η σύμβαση, μου τη δίνει ο ''εαυτός'', όλων. Όλοι να αποδείξουν ότι ''είναι'', να τους πιστεύουν, να τους θαυμάζουν, να μας θαυμάζουν γιατί είμαστε όμορφοι, έξυπνοι, ξεχωριστοί, πολύτιμοι, άρχιντς.
Δεν υπάρχει ανιδιοτέλεια, είπε ο σάτυρος. Μπορεί να έχει δίκαιο τελικά. Πουθενά, ούτε μεταξύ συγγενών πρώτου βαθμού. Πουθενά. Είναι όλοι τόσο πολύπλοκοι. Τόσο μόνοι τους.
Με ηρεμεί κάτι. Μόνο. Αυτή τη στιγμή. Μία σούπα κακοφτιαγμένη, με αγάπη.
Τρίτη 5 Οκτωβρίου 2010
Καφές φίλτρου
Απλά κάνει πλάκα αυτός, ο δε ξέρω ποιός, σταθμός. Το ένα κοψοβλέβικο μετά το άλλο.. With or without you, the immortal, red hot chili peppers και τα ρέστα μου, (που δεν είχα να δώσω ψες)..
Τα "κακά'' μυστικά είναι λυτρωτικό να τα λες, δε σταματάνε να είναι ''κακά'', μα γελοιοποιούνται και μικραίνουν πολύ, γίνονται ελαφριά, σχεδόν εξατμίζονται. Τα ''καλά'', σε όποιον τα πεις, ακόμα και στον εαυτό σου, αν τα λες συχνά, αποδυναμώνουν επίσης, είναι απελπιστικό αυτή τη φορά. Θέλει προσοχή.
Μου τελειώνουν τα τσιγάρα, επίσης, Μπου. Καπνίζουμε πολύ.
Συνειδητοποιώ ότι όποιο στόχο κι αν καταγράψω στο τεφτέρι μου, μετά τον ορισθέν χρονικό διάστημα διεκπαιρέωσης του, πάντα τον φτάνω, κουτσά-στραβά, κάπως. Είναι καλό αυτό, πρέπει να χαλαρώσω, μια χαρά τα πας.
Βασιλικά τσιγάρα, σίδερο παντελονιού και πουκαμίσας, ανακάτωμα στομαχιού από το τσιγάρο το πολύ, με υπολογιστή συγκατοίκου αγαπητού, το κάθε μελλοντικό έργο πρέπει να είναι καλύτερο, φωσφοριζέ καρδούλες, πολλά ντουζ, να πουλήσεις κανένα έργο, ήταν επιλογή σου, ξεκινάνε τα μαθήματα του μεταπτυχιακού, για τους άλλους, δε θέλω να πάω, βοήθεια γονέων, έχασα και ξαναβρήκα το γάιδαρο και το κόκκινο στυλό.
Πρέπει να μένει μόνος του κανείς, όσο τρομαχτική κι αν είναι η αίσθηση, το να μη μπορείς να μιλήσεις σε κανέναν, ξημερώματα. Αφού στη πραγματικότητα μόνο έτσι όντως σκέφτεσαι, αφού στη πραγματικότητα αυτά δε λέγονται, όσο κι αν νομίζεις ότι εκείνη τη στιγμή χρειάζεσαι τη φίλη σου. Μόνο έτσι κοιτάς τον εαυτό σου στο καθρέφτη σου. Αν δε σ' αρέσει δε φταίει η μοναξιά.
Ανδρέας Εμπειρίκος, Υψικάμινος,
Γαλούχησις Φορβάδων : Κυκλικώς ξεκινώντας φθάσανε τα θρύψαλλα του τηλεβόλου ενωρίτερα και από τον γδούπο του φωτός. Μία δεσποινίς σηκώθηκε μέσα στο σκότος και αντικατεστάθη αμέσως από άλλη δεσποινίδα η οποία παρέθεσε γαμήλιο προπόνημα σε συσχετισμένες αναλαμπές εικοσακισχιλίων αιώνων. Αλλά η απαίτησις των κρίνων δεν εξεπληρώθη γιατί το ράπισμα του κηπουρού διετράνωσε την λευκότατη επιδερμίδα της νέας μέρας και ζωήρεψε το φέγγος του άσπιλου στήθους της λέξι προς λέξι και σχδόν διαγωνίως.
Το βα-βα των κροάκων : Μοιάζουμε με ελαστικά κουνήματα κυμαινόμενου όρους. Μία τρίχα αρκεί για να σταματήσει η ρευστοποίησις των υποσχέσεών μας. Μία έλιξ στριφογυρίζει μέσα μας και κόβει τους λαιμούς των πετεινών και τα βυζιά της κάθε περιττής περόνης. Έξω το φως και τα σκουπίδια της αυγής. Έξω το μπάρκο - μπέστια και των θείων και των κονίκλων. Ευχές για τα παραπατήματα των θλιμμένων και των κορυβαντιώντων. Οι πράξεις θέλουν άχυρα τα φίδια κρεμαστούς μπαξέδες από γλοιώδεις πλοκάμους μιας εσπερίδος.
Είναι πολύ καλά τα δανεισμένα από φίλους βιβλία, σαν στη κατάλληλη στιγμή, σχεδόν πάντα. Ποτέ δε μου άρεσε ο Εμπειρίκος, τώρα κάτι αρχίζει να κινείται μέσα μου. Εντύπωση μου κάνει που άρεσε στη συνοδοιπόρισσα χρόνια πριν, είμασταν τόσο μικρά! Όπως και ο Hieronymous Bosch!!! Τελικά καθένας έχει το μονοπατάκι του, δε κάνει να το κρίνεις, γιατί κάποτε ίσως καταλάβεις γιατί το επέλεξε, τί λουλούδια βλέπει εκεί και ακολουθεί και πάει. Χαζή παρομοίωση αλλά αυτό μου κατέβηκε.
Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010
Φυσικό Αέριο !!!^+¨¨">/
H Ιεροτεστία της Άνοιξης. Igor Stravinsky
Το έχει κάνει και "παιδικό" η disney, στο ''fantasia''. όταν ήμουν μικρή μου φαινόταν τρομαχτικό. τώρα μου αρέσει πολύ. πάρα πολύ. Ευτυχώς που υπάρχει και η μουσική. Δε με νοιάζει πια το ''επικό αίσθημα'' , δεν έχω πια την ανάγκη να συρρικνωθώ, να λουφάξω, να κουλουριαστώ σε μια δίνη όπως παλιά με τη μουσική.
Θαυμάζω την αρτιότητα του έργου, τη γέννησή του, την ολοκληρωμένη σκέψη και εκτέλεση. Είναι ένας άλλος κόσμος, ο κόσμος ->του<- με σάρκα και οστά, του έδωσε σάρκα και οστά, με παρτιτούρες, χαρτί - μελάνι, χορδές, ξύλα, αέρα, πνοή, κρουστά, ένα ξυλαράκι να διευθύνει, με τη φωνή του, με τις λέξεις του, με το χέρι του, το αυτί του, τη καρδιά του να νοιώθει, το μυαλό του να συνδυάζει, τα γυαλιά του, τα ρούχα του, το φως που τον φώτιζε, το πιάνο του (αν αληθεύει η ταινία), το δωμάτιό του, την αίθουσα που πρωτοπαίχτηκε, τα κοντραμπάσα.
Άλλες εικόνες, σου τις δίνει μέσα σου, μια αίσθηση, ακούς αυτό που του λέει, χωρίς να σου επιβάλλεται, χωρίς να καταλαβαίνεις κάτι, συμμετέχεις. Τρομάζεις, χαίρεσαι, κατασκοπεύεις, βουλιάζεις και ανατάσσεσαι σ' αυτό που εκείνος έφτιαξε.
Σάββατο 25 Σεπτεμβρίου 2010
" θαν του τα φορέσει "
Έχω ένα τεράστιο κιτς κολ-ι-έ , δώρο. μεγάλη απογοήτευση να ανοίγεις λαχταριστό κουτάκι με φιογκο και να είναι τζούφιο... ααχχ... που λέτε, ο μπακαλόγατος τα σπάει. είμαι πάρα πολύ κουρασμένη και θέλω πολύ να πω κάτι ενδιαφέρον αλλά αδυνατώ.
η ομόνοια ήταν σήμερα πανέμορφη, με βρεγμένους δρόμους και φρέσκιες εφημερίδες. μου αρέσει η ομόνοια. και οι μετανάστες στα λεωφορεία.
έχω να κάνω δουλειές και δεν έχω μυαλό. χρειάζομαι ύπνο, χρειάζομαι αυτή την αίσθηση μετεωρισμού, χωρίς άγχος, μεταξύ ύπνου και ξύπνιου, να τρίβω τα πατούνια μεταξύ τους και να μπλέκω τις σκέψεις με τις παραισθήσεις και τέλος ζζζζζζζζ.......
Τρίτη 14 Σεπτεμβρίου 2010
Pär Fabian Lagerkvist, The Dwarf
Θυμίζει πολλά -ελληνική μυθολογία, Da Vinci- μα με κράτησε αυτό το βιβλιαράκι.
Ο κόσμος - οικονομική κρίση και τα ρέστα- ποσώς ενδιαφέρεται για το τί διαβάζει καθένας, δικαιολογημένα (;). Αλλά τί καλύτερο από το να μεταφερθείς κάπου αλλού, σε ένα κόσμο που κάποιος γέννησε από μέσα του, με ένα σωρό χαρακτήρες -άραγε είναι αυτός ο ίδιος όλοι οι χαρακτήρες; Είναι αυτά που καταλαβαίνει; Αυτά που φαντάζεται; Μάλλον εξυπηρετείται μια ανάγκη για αποστασιοποίηση από τη πραγματικότητα, ίσως υπεκφυγή, αλλά whatever και όλα τα σχετικά.
Ο κόσμος - οικονομική κρίση και τα ρέστα- ποσώς ενδιαφέρεται για το τί διαβάζει καθένας, δικαιολογημένα (;). Αλλά τί καλύτερο από το να μεταφερθείς κάπου αλλού, σε ένα κόσμο που κάποιος γέννησε από μέσα του, με ένα σωρό χαρακτήρες -άραγε είναι αυτός ο ίδιος όλοι οι χαρακτήρες; Είναι αυτά που καταλαβαίνει; Αυτά που φαντάζεται; Μάλλον εξυπηρετείται μια ανάγκη για αποστασιοποίηση από τη πραγματικότητα, ίσως υπεκφυγή, αλλά whatever και όλα τα σχετικά.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)